Πρωϊνό

Στον κ. Μανόλη Αναγνωστάκη

Δρόμοι μεγάλοι.

Οι φλέβες μιας πολιτείας

που μέσα της κυλούμε,

τη θρέφουμε και την κάνουμε μεγαλύτερη.

Άνθρωποι και μηχανές,

με μια τάξη και ένα σκοπό

σ’ ένα κόσμο δίχως τάξη

και σκοπό.

Κακομαθημένο παιδί η μέρα,

που όλο ζητά.

 

Ανοίγουν τα μάτια.

Το σώμα ήταν εδώ όλο το βράδυ.

Όμως,

ανάμεσα στις δυο όχθες του ξύπνου,

ανάμεσα στις δυο ζωές του ανθρώπου,

της μιας που ζει

και της άλλης που ονειρεύεται,

υπάρχει μια στιγμή.

Τότε,

που απ’ την καρδιά και πιο μέσα,

απ’ το αίμα και πιο μέσα,

ακούγεται μια φωνή,

ένας ψίθυρος που φτάνει

απ’ τη μεγάλη θάλασσα της λησμονιάς

και των ξεχασμένων ανθρώπων,

που κάποτε ξανοίχτηκαν

και βρήκαν σωτηρία.