ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΗ ΠΑΤΡΟΦΙΛΑ
 (ΠΑ, VII, 221)

α΄

Στην ηλικία που ο έρωτας ανθίζει και σώμα και
μυαλό η Αφροδίτη κυριεύει, έκλεισες
τα γλυκά σου μάτια Πατροφίλα. Τώρα, όλοι το άνθος
σου θρηνούν, το μαγευτικό της λύρας παίξιμο
και το ανάλαφρο ακούμπημα του ποτηριού στα χείλη.
Α, ζήλεψες και συ Άδη τις χαρές των θνητών


β΄

Στης Αφροδίτης και του έρωτα την ηλικία ήσουν,
μα τα λαμπρά σου έκλεισες τα μάτια Πατροφίλα.
Οι εραστές σου δεν μπορούν τα θέλγητρα να λησμονήσουν
της ομορφιάς σου, του κρασιού και του κισσού τα φύλλα,
που στο κεφάλι φόραγες τη λύρα σαν χτυπούσες. Άδη,
γιατί με σκότος σκέπασες τα μάτια κι όχι μ’ άνθη;

γ΄

Η Πατροφίλα, στην πιο τρυφερή ηλικία της νιότης,
έχει τα μάτια κλειστά.    Τώρα, κρασί και φιλιά,
λύρα και χάρες, για πάντα χαρίζει στους άνδρες που έχουν
μάτια και χείλια σβηστά.    Μέσα σε ύπνο βαθύ.
Άδη, μερίμνησες για τους δικούς σου να κάνει παρέα
άνδρες, που είναι πολλοί;    Πώς να χαρούν οι τυφλοί;